- ἐκτεθειμένης
- ἐκτίθημιset outperf part mp fem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πρόβολος — ον, Α βλ. πρόβολος. ο, ΝΑ, και πρόβολος, ον, Α νεοελλ. 1. ναυτ. πλάγιος ιστός που προεξέχει από την πλώρη ιστιοφόρου πλοίου, κν. μπομπρέσο 2. τεχνολ. α) (στη γεφυροποιία) η προεξοχή που κατασκευάζεται κυρίως στα υποβρύχια τμήματα τών μεσοβάθρων… … Dictionary of Greek
Πατέρες της Εκκλησίας — Τίτλος που αποδίδεται από τον 4o αι. σε ομάδα χριστιανών συγγραφέων των οποίων η διδασκαλία θεωρείται ότι ανταποκρίνεται στην ορθή παράδοση και στις δογματικές αρχές που πρεσβεύει η Εκκλησία. Οι αναγκαίες προϋποθέσεις για να περιληφθούν στην… … Dictionary of Greek